προσεικεναι

προσεικεναι
    προσεικέναι
    inf. pf. к * προσείκω См. προσεικω

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "προσεικεναι" в других словарях:

  • προσεικέναι — προσέοικα to be like perf inf act προσίημι let come to perf inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσέοικα — και αττ. τ. προσεῑκα και παθ. τ. παρακμ. προσήιξαι Α (παρακμ. με σημ. ενεστ.) 1. φαίνομαι όμοιος, μοιάζω με κάποιον ή με κάτι (α. «λέοντι φαίνεται προσεικέναι», Ευρ. β. «κατὰ τὸ χρῶμα μόνον προσέοικεν ἱέρακι», Αριστοτ.) 2. φαίνομαι κατάλληλος,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»